Το Final Fantasy 7 που περίμενα;
Ας υποθέσουμε ότι σου δίνω τα καλύτερα και πιο σύγχρονα εργαλεία που υπάρχουν στην αγορά όπως επίσης και τις γνώσεις. Μπορείς να μου αναπαλαιώσεις τον Παρθενώνα;
Καταρχάς πριν ξεκινήσω να σας αναφέρω πως δεν έχω διαβάσει κανένα review από την επίσημη κυκλοφορία του παιχνιδιού για να αποδώσω στα μέγιστα την άποψή μου.Έτσι λοιπόν και ή ιστορία του Final Fantasy 7 remake έφτασε στα σπίτια πολλών από εμάς που το περιμέναμε όπως τον γάμο του καλύτερού μας φίλου ή μιας κοπέλας που αγαπήσαμε πολύ και περίεργα τα πρώτα χρόνια της ζωής μας.
Όλα ξεκίνησαν το 2015 με ένα trailer φωτιά και πολλά υποσχόμενο από την εταιρία,περνούσαν τα χρόνια και ούτε φωνή ούτε ακρόαση,το σύστημα μάχης στην αρχή ήταν αρκετά απλοποιημένο σε βαθμό ενός action τίτλου και έτσι η εταιρία κλήθηκε μετά από τα παράπονα των σκληροπυρηνικών να το δουλέψει ξανά από την αρχή χάνοντας πολύτιμο χρόνο σε μία αρένα που έβραζε σαν το κάζανι της κόλασης για μία μεγάλη μερίδα των φίλων του τίτλου συμπεριλαμβανόμενου και εμένα μέσα σε αυτούς.
Με τα πολλά και με τα λίγα φτάνουμε στην επίσημη μεγαλειώδη πρεμιέρα στην έκθεση όπου μας δείχνουν το γενικό πλάνο της midgar και καθώς τα καρέ περνούν χτυπάει στα αυτιά μας το επικό intro theme του Νομπουο Ουεμάτσου και είναι η στιγμή που σηκώνεσαι από τον καναπέ και χειροκροτείς για αυτά που περιμένεις να ξαναζήσεις. Είναι πάρα πολύ όμορφο συναίσθημα να έχεις να περιμένεις κάτι που αγαπάς είτε είναι πράγμα είτε κατάσταση είτε γεγονός. Ο καιρός περνούσε και δόθηκε επίσημη κυκλοφορία 3 Μαρτίου καθαρά Δευτέρα για την ακρίβεια εδώ στην χώρα μας αλλά σύμφωνα με την εταιρία, λόγω τεχνικών προβλημάτων δόθηκε νέο ραντεβού για τις 10 Απριλίου. Παρόλα αυτά όμως είχαμε την ευχάριστη έκπληξη να μας χαρίσουν ένα playable demo και μάλλον το έδωσαν ως φόρο τιμής στην σκληροπυρηνική ομάδα των οπαδών της σειράς κάτι που κατά την γνώμη μου θα πρέπει να πράξει και η naughty dog με το last of us 2 μετά από το θέατρο του παραλόγου και την μανία της που θυμίζει σε μεγάλο βαθμό την καλοκουρδισμένη ορχήστρα του Γιώργου Νταλάρα.
Φτάνουμε επισήμως αρχές Απριλίου και ο κορωνοιός έχει χτυπήσει και την πόρτα μας για τα καλά ήδη από τα μέσα Μαρτίου. Αβεβαιότητα. Η εταιρία φρόντισε σε ορισμένες χώρες να διανέμει νωρίτερα της προγραμματισμένης κυκλοφορίας ανά χώρες παγκόσμια ώστε να αποφευχθεί κάθε είδους καθυστέρηση από τις εταιρίες διανομής(courier),η δική μου ιστορία είναι βέβαια έως προκλητική αυτές τις δύσκολες ώρες καθώς το κατέβασα και σε ψηφιακή μορφή εκτός της deluxe έκδοσης που έχω προπαραγγείλει μιας και μέχρι τώρα που γράφω δεν την έχω πιάσει στα χέρια μου μετά από 8 μέρες επίσημης κυκλοφορίας.
Το αρχείο για όσους ενδιαφέρονται θα πρέπει να γνωρίζουν πως είναι περίπου 100 giga και οι κάτοχοι των εκδόσεων 500 giga ίσως θα πρέπει να ξεφορτωθούν παιχνίδια ή demo που ενδεχομένως είχανε κατεβάσει παλιότερα.
Το αρχείο ολοκληρώθηκε και είναι έτοιμο το ταξίδι της τελικής φαντασίας.
Ο τίτλος ξεκινάει πάνω κάτω όπως του demo με μικρές πινελιές από πρόσθεση ορισμένων cutscenes.Τα γραφικά φαίνεται να σε προϊδεάζουν για την δουλειά που έχουν ρίξει εκεί στην square enix αλλά δεν δικαιώνονται στα πρώτα chapters σε αντίθεση με την καταπληκτική απόδοση του Ουεμάτσου που τολμώ να την χαρακτηρίσω ως κέντημα. Το πρωτότυπο soundtrack υπέστη τροποποιήσεις τόσο λεπτές και διακριτικές σαν εγχείρηση ανοιχτής καρδιάς. Πρόσθεσε ένα πιο γλυκό μπάσο σε συνδυασμό με λίγο brass (βαρύ πνευστό) και απλά το απογείωσε. Επίσης προστέθηκαν όπως ήταν αναμενόμενο κάποια καινούργια μουσικά θέματα που η ενορχήστρωση αυτών παραπέμπει σε eighties progressive ακούσματα. Σε έναν τίτλο που κακά τα ψέμματα ανήκει στην κατηγορία των jrpgs με τους Ιάπωνες να τρελαίνονται για ξερά distorsion στην κιθάρα και tempo στον θεό, μια μουσική κουλτούρα τελείως διαφορετική από της δύσης, κατάφερε και απέσπασε την απόλυτη ευρεία αποδοχή. Για μένα προσωπικά είναι ο άνθρωπος που είχε το πιο δύσκολο έργο και αξίζει δικαίως τα εύσημα σε βαθμό που θα έπρεπε το παιχνίδι να πωλείται μαζί με ακουστικά δώρο ώστε να μην χάσει κανένας αυτή την ηχητική εμπειρία σε κάθε δευτερόλεπτο του παιχνιδιού. Το soundtrack ξεχωριστά θα συμπεριλαμβάνεται στην deluxe έκδοση για όσους τυχερούς την αποκτήσουν.
Σε ότι αφορά στο voice acting είναι σε ικανοποιητικό επίπεδο με μία μικρή ένσταση διότι θα ήθελα τον barret λίγο πιο ήσυχο στα αυγά του καθώς το αλήτικο και ψαρωτικό παρουσιαστικό του φτάνει και περισσεύει κατά την διάρκεια του παιχνιδιού. Να υπενθυμίσω στους αναγνώστες πως το πρωτότυπο final fantasy 7 όχι απλά δεν υπήρχε voice acting αλλά οι ήρωες δεν είχανε καν στόμα στην σχεδίαση τους. Ένα παραπονάκι το έχω καθώς θα το ήθελα λίγο πιο ατμοσφαιρικό με λιγότερη επεξήγηση σε μία πόλη όπως η Midgar που απαιτεί υπόγειο σχέδιο από την ομάδα της Avalance. Θα μπορούσαν να προσθέσουν το stealth κομμάτι όπως το πέρασμα ανάμεσα από στρατιώτες της Shinra αθόρυβα ώστε να σπάσει ελαφρώς αυτή η καλομετρήμενη γραμμικότητα. Κάτι που δεν μου άρεσε καθόλου είναι πως θεώρησα εντελώς περιττό τα τετράγωνα επιδαπέδια χαρακτηριστικά σύμβολα τα οποία τα θεωρώ περιττά για ένα τόσο γραμμικό παιχνίδι.
Ας περάσουμε στο σύστημα μάχης,που θα μπορούσα να το χαρακτηρίσω σαν ένα κράμα από action και real time battle με μία μικρή δόση turn based καθώς για να χρησιμοποιήσεις τα abbilities και τα spells πρέπει να περάσουν κάποια δεύτερα από την προηγούμενη ενέργεια. Όποιος νομίζει πως μπορεί να τελειώσει το παιχνίδι με hack and slash τακτική είναι γελασμένος καθώς μπορεί να μην έχουμε την τέλεια συνεργασία ανάμεσα στην τριάδα των διαθέσιμων παικτών και αυτό γιατί ο καθένας έχει συγκεκριμένες αδυναμίες αλλά και προτερήματα όπως για παράδειγμα o Cloud στα melee χτυπήματα ή ο Barret στους ιπτάμενους εχθρούς οι οποίοι είναι αρκετοί. Όπως και στον προκάτοχο του έτσι και στο remake της σειράς δεν λείπουν τα summons με την διαφορά ότι πολεμούν μαζί σου real time και φορτώνουν μονάχα στα bosses, όπως επίσης και τα κερδίζεις με την αξία σου πολεμώντας μαζί τους. Νομίζω πως μετά από τόσες ώρες παιχνιδιού ήταν το καλύτερο δυνατό σύστημα μάχης που μπορούσε να αποδοθεί στην σημερινή εποχή και θα δώσω τόπο στα νιάτα βάζοντας νερό στο κρασί μου για τις ωραίες αγνές και παράλληλα άγριες εποχές με turn based μάχες που σήμερα δεν θα μπορούσαν να ευδοκιμήσουν σε έναν τίτλο που έχει δυτικοποιηθεί και εμπορευματοποιηθεί αρκετά.
Να μη ξεχνάμε πως πριν το Final Fantasy 7 του μακρινού 1997, rpg είχανε πιάσει στα χέρια τους ελάχιστοι. Έτσι και τώρα η square enix δείχνει τον δρόμο στην μοντέρνα εποχή. Το μόνο πρόβλημα που αντιμετώπισα ήταν η γωνία λήψης της κάμερας στην αρχική ρύθμιση του παιχνιδιού η οποία όμως διορθώνεται μέσω του menu αλλά όχι στον βαθμό που θα επιθυμούσα. Επίσης έγινε πολύ σωστή δουλειά στην κατανόηση των upgrades των όπλων του εκάστοτε παίκτη καθώς σε βάζει με σταδιακό ρυθμό ανάπτυξης και είναι θέμα ωρών που μετριούνται στα δάχτυλα η αφομοίωση αυτών. Κάθε παίκτης ανάλογα με την πρόοδο αποκτά κάποιους πόντους και επιλέγει ο ίδιο σύμφωνα με το απόθεμα των προαναφερθέτων πόντων πως και που θα τους χρησιμοποιήσει.
Ο τίτλος έχει δύο αγκάθια σύμφωνα με μια μερίδα ανθρώπων που εν μέρει έχουν άδικο κατά την γνώμη μου.
Πρώτον τον παιχνίδι δεν γινόταν να κυκλοφορήσει ακέραιο και ολόκληρο αν κανείς αναλογιστεί τον τεράστιο χάρτη του πρωτότυπου που ξεπερνά κατά πολύ ακόμη και εκείνον του αριστουργήματος Zelda breath of the wild. Η εταιρία θα πρέπει να σκεφτεί πολύ σωστά και μεθοδικά το προσεχές μέλλον τι θα κόψει και τι θα ράψει. Ένα παιχνίδι open world εμπεριέχει κινδύνους με σημαιάκια, ανυπόφορες αποστάσεις και ανόητα sidequests μόνο και μόνο για να γεμίσει ο χάρτης. Η διάρκεια του παρόντος τίτλου κυμαίνεται από 20 έως 50 ώρες ανάλογα την διάθεση που θα δείξει ο παίκτης για αποστολές sidequests, μερικές εκ των οποίων έχουν μοναδικό τρόπο αντιμετώπισης και δεν φαντάζουν αγγαρεία καθώς οι κινήσεις και οι επιλογές επίθεσης θα είναι αυτές που θα κρίνουν το τελικό αποτέλεσμα. Βέβαια δεν λείπουν και κάποια αδιάφορα όπου αποτελεί το δεύτερο αγκάθι του παιχνιδιού όπως το να βρεις τρία γατάκια, αλλά ευτυχώς δεν αποτελούν μεγάλη μερίδα των quests. Το μόνο που με ενόχλησε σε αυτό το κομμάτι είναι ότι στα αραδιάζει όλα μαζί ανά διαστήματα και ξαφνικά γεμίζει το menu πράσινα σημάδια και οδηγίες σε βαθμό που θα πρέπει να φας ένα ολόκληρο πρωινό μόνο γι’ αυτά. Κακά τα ψέμματα βέβαια και το πρωτότυπο Final Fantasy 7 είχε τα μελανά του σημεία, κάνοντας κοιλίτσες με αδιάφορους και μεγάλους διαλόγους τους οποίους σαν παιδιά ίσως τους προσπερνούσαμε κιόλας ειδικά στην πόλη Midgar.
Πριν κλείσω θα ήθελα πολύ να μιλήσω για το αμφιλεγόμενο τέλος αλλά δεν θα το κάνω. Το μόνο που θα αφήσω σαν αίνιγμα καθώς φημίζομαι για τις παρομοιώσεις μου, είναι πως δεν θα ήθελα γειτόνισσα την Monica belucci καθώς η υπερέκθεση της θα μου αλλοίωνε το μυστήριο και την έννοια του ακατόρθωτου να τη συναντήσω…
Για την Retropolis,
Δημήτρης Πατραμάνης