Ένα gaming πρωινό σαν παιδί στα 90s
-Γιαγιά θα πάω μια βόλτα αν είναι και κατά τις 2μμ θα γυρίσω για φαγητό. Έχεις να μου δώσεις κανένα κατοστάρικο;
– Έλα παιδί μου να σου δώσω. Αλλά μη τα φας σε χαζομάρες, πάρε κάτι να μην είσαι νηστικός μέχρι το μεσημέρι.
Και κάπως έτσι έφευγα από το σπίτι το πρωινό του Σαββάτου που δεν είχα σχολείο και κατευθυνόμουν προς το καφενείο του Κυρ Τάκη όπου το πίσω μέρος το είχε διαμορφώσει με καμπίνες, ποδοσφαιράκι (το λεγόμενο και ως μπαλάκια) και μάλιστα είχε και ξεχωριστή είσοδο για να μην περνάμε μπροστά από τους παππούδες που άραζαν και έπιναν το τσιπουράκι τους. Περνούσα από την οδό Απόλλωνος στην Κάτω Τούμπα, χτυπούσα το κουδούνι των δίδυμων φίλων μου, του Μάκη και του Θοδωρή και φτάναμε στο καφενείο. Αμέσως χαλούσαμε το κατοστάρικο σε 5 εικοσάρικα και αν θέλαμε να παίξουμε και Bobble Bubble χρειαζόμασταν και 2 δεκάρικα.
Η πρώτη καμπίνα που βλέπαμε μπροστά μας ήταν το τραπεζάκι Tehkan World Cup , το γνωστό ποδοσφαιράκι που μέχρι να συναντήσεις μπροστά σου την Βραζιλία έβαζες πάντα γκολ διαγώνια ακόμη και από κέντρο του γηπέδου αλλά μετά δυσκόλευε απίστευτα και είχες όλη την αντίπαλη ομάδα να κυνηγάει τον παίκτη σου που έχει στην κατοχή του την μπάλα.
Δίπλα ακριβώς ήταν το Bubble Bobble. Το μπούμπλε μπούμπλε που λέγαμε. Με 2 δεκάρικα έβαζες ένα credit. Πριν ρίξουμε τα κέρματα καθόμασταν και περιμέναμε να δείξει στην οθόνη την κάρτα με τα ονόματα των παικτών και την πίστα που έχασαν ώστε να κάνουμε ένα συνδυασμό κινήσεων και πατήματος του μοχλού και των κουμπιών ώστε να ενεργοποιήσουμε τα δύο κόλπα. Το power up και το original game. Το πρώτο σε ξεκινούμε με όλες τις καραμέλες και το παπουτσάκι για γρήγορη ταχύτητα και το δεύτερο θα εμφάνιζε την διαμαντούπολη σε τυχαίες πίστες. Το παιχνίδι έχει δύο δεινοσαυράκια, ένα πράσινο και ένα μπλε. Το πράσινο έφτανε μέχρι 4 ζωές το πολύ ενώ το μπλε είχε το προνόμιο να έχει απεριόριστες εφόσον μάζευε πολλούς πόντους. Έτσι πάντα υπήρχε μία συνεννόηση από πριν για το ποιος θα είναι ο μπλε και ποιος ο πράσινος παίκτης. Ο πιο αδύναμος στο παιχνίδι ήταν πάντα ο μπλε. Ιδανικό παιχνίδι για δύο παίκτες και όχι τόσο κερματοφάγος όσο άλλα παιχνίδια. Μπορούσες να παίξεις αρκετά λεπτά αν υπήρχε καλή συνεργασία.
Κολλητά με τα δεινοσαυράκια ήταν ίσως το διπλό παιχνίδι που έχουμε ρίξει τα πιο πολλά χρήματα και δεν είναι άλλο από το Double Dragon . Το παιχνίδι στο οποίο καθόσουν με τον κολλητό σου και από συμπαίκτες κατέληγες σε μία τελική μάχη μεταξύ σας για την καρδιά της όμορφης Marian. Αναλυτικό review του παιχνιδιού θα βρείτε στο retropolis.gr . Η διάρκεια του παιχνιδιού δεν ξεπερνούσε τα 40 λεπτά μέχρι τον τερματισμό και τα πιο δύσκολα σημεία ήταν το άλμα της σπασμένης γέφυρας και οι κινούμενες πλάκες στο χρυσό βασίλειο.
Έπειτα το παιχνίδι που παιζόταν από έναν παίκτη και ήταν ίσως το πιο δύσκολο στην αίθουσα. Ο νεκροθάφτης ή πιο σωστά Ghosts n Goblins. Κανείς μας δεν το έλεγε ποτέ με τον κανονικό του τίτλο. Το παιχνίδι ήταν ο ορισμός του δύσκολου παιχνιδιού και οι πιο πολλοί το φτάναμε μέχρι τα χιόνια. Εκτός από τον φίλο τον Κώστα ο οποίος αν και μονόχειρας (είχε μόνο το δεξί του χέρι) τερμάτιζε το παιχνίδι για πλάκα έχοντας πίσω του μια ομάδα παιδιών να τον θαυμάζει.
Η επόμενη καμπίνα είχε το αγαπημένο μου παιχνίδι όλων των εποχών σε ουφάδικο. Το ένα και μοναδικό Shinobi
O ninja με την κουκούλα που μέσα στο παιχνίδι δεν την φορούσε (ποτέ δεν κατάλαβα το γιατί) και είχε ως αποστολή να σώσει τα απαχθέντα παιδιά από τους απαγωγείς. Η μουσική, η αρχική εικόνα που βλέπετε στην εικόνα παραπάνω και ο ήχος των credits όταν έβαζες τα κέρματα έχουν σφηνωθεί κάπου μεταξύ καρδιάς και μυαλού. Το παιχνίδι που ήθελε skills αλλά ήταν δύσκολο σε normal βαθμό. Μάθαινες τις θέσεις των εχθρών και τα Paterns των bosses και ήσουν έτοιμος. Είχε και μπόνους πίστες για να κερδίσεις ζωή αν κατάφερνες να σκοτώσεις με τα αστεράκια σου του ninja που έρχονταν κατά πάνω σου σε ένα ψευδοτρισδιάστατο σκηνικό. Ο φίλος ο Θοδωρής που σας έχω μιλήσει και σε δεκάλεπτο για αυτόν, ήταν τόσο καλός που το τερμάτιζε με ένα εικοσάρικο και γελούσε με τα χάλια μας όταν χάναμε στην Mandara ή όταν δεν περνούσαμε την πίστα στο δάσος.
Κολλητά με το Shinobi ήταν το παιχνίδι που όταν έσκασε στην αίθουσα έκανε μπαμ ότι θα μαζέψει χρήμα. Το όνομα του PANG. 4 φούσκες που έσκαγαν και μετά σου σύστηνε τους παίκτες σε πολύ όμορφες οθόνες που διαδέχοναν η μία την άλλη. Στο παιχνίδι έπαιρνες τον ρόλο ενός ανθρώπου που είχε ως σκοπό του να σκάσει τις εξωγήινες φούσκες που έπεφταν σε διάφορα μέρη στον κόσμο. Οι φούσκες ήταν δύο άλλα κάθε φορά που χτύπαγες μία από αυτές , έσκαγαν σε δύο μικρότερες και κατόπιν σε δύο μικρότερες και πάει λέγοντας. Τα κέρματα ανανεώνονταν στις πίστες που γλιστρούσες, όπως το Leningrand. Το πιο ωραίο ήταν ότι σε κάποιες πίστες αν έσπαγες όλα τα τουβλάκια που λειτουργούσαν ως εμπόδιο για να μη πετύχεις εύκολα τις φούσκες, κέρδιζες μία ζωή παίρνοντας το εικονίδιο που έπεφτε από το τελευταίο εμπόδιο.
Δίπλα και φτάνοντας προς το τέλος του διαδρόμου υπήρχε ο πίθηκος, πρώην άνθρωπος, που έτρεχε για να σώσει την αγαπημένη του. Το όνομα του, TOKI. Όπλο του οι φλεγόμενες μπάλες που πετούσε από το στόμα του. Η πίστες είχαν απ όλα τα σκηνικά. Δάσος, θάλασσα, χιόνια, φλόγες, βαγόνι σε ράγες και ότι άλλο μπορεί να ζητήσει ένας πιτσιρικάς για να περάσει καλά με ένα παιχνίδι. Πρόσφατα κυκλοφόρησε και σε remake. Παραθέτω τα δύο βίντεο από την σειρά “Τραγικός Παίκτης” για να τα θυμηθείτε.
Το παιχνίδι που άκουγες τους ελέφαντες από μακριά και μόλις πλησίαζες στην αίθουσα έβλεπες την ουρά από άτομα που περίμεναν να παίξουν. Μιλάω φυσικά για το Street Fighter 2. Είχαμε δει παιχνίδια με ξύλο ένας εναντίον ενός αλλά τέτοιο πράγμα πρώτη φορά βλέπαμε. Άρτια σχεδιασμένοι χαρακτήρες, επιβλητικές κινήσεις, φοβεροί ήχοι. Καθόμασταν και βλέπαμε την καμπίνα για να μάθουμε τις ιστορίες των μαχητών που παρουσιάζονταν κάθε λίγα λεπτά ώστε να μάθουμε γιατί ο Blanka έχει αυτή την μορφή και ποιος είναι ο λόγος που συμμετέχουν οι υπόλοιποι μαχητές.
Οι ελέφαντες ήταν από την πίστα του Dhalsim και ο ήχος στην καμπίνα ήταν τόσο δυνατός ώστε να ακούγεται από μακριά. Μαθαίναμε τις special moves του κάθε μαχητή και προσπαθούσαμε να φτάσουμε έστω στον πρώτο από τους 4 μεγάλους αντιπάλους στο τέλος του παιχνιδιού που ήταν με σειρά ο Balrog, ο Vega, ο Sagat και ο Mr Bison.
Μπροστά από τις καμπίνες ήταν το ποδοσφαιράκι. Ένας εναντίον ενός ή δύο εναντίον δύο και να τα σουτ, να οι άμυνες και οι φωνές από τους παίκτες και τα στοιχήματα. Όποιος χάσει χρωστάει coca cola! Το πιο περίτεχνο χτύπημα απαιτούσε από τον παίκτη να σφηνώσει την μπάλα στην βάση του παίκτη και μετά με μία απότομη κίνηση το χτύπημα αποκτούσε τέτοια ορμή που πολλές φορές η μπάλα έβγαινε από το τραπέζι.
Αυτή ήταν η βόλτα μου παρέα με τους φίλους μου στο καφενείο του κυρ Τάκη. Το μόνο που θυμάμαι από το μαγαζί είναι οι καμπίνες και αυτή η μυρωδιά του τσίπουρου μπλεγμένη με την τηγανιτή σαρδέλα που υπάρχει ακόμα στα παραδοσιακά καφενεία. Όπως καταλαβαίνετε, στο τέλος έμενα νηστικός αλλά χορτάτος από την διασκέδαση των ηλεκτρονικών παρέα με τα φιλαράκια μου.
Να περνάτε καλά φίλοι/ες μου και να ξανά ζείτε αυτές τις στιγμές με την βοήθεια του ΜΑΜΕ. Βάλτε και καμιά σαρδέλα στο τηγάνι.
Πάνος