Friday, April 26, 2024
Modern Reviews

The Medium – PC Version Review

The Medium , ένα παιχνίδι που κυκλοφόρησε τον Ιανουάριο του 2021 (ενώ η
δημιουργία του παιχνιδιού είχε ξεκινήσει από το 2012, οι παράλληλες εικόνες ήταν τεχνικά ένα
πρόβλημα και το Project έμεινε στον πάγο) με developer και publisher την Πολωνική
Bloober Team , γνωστή κυρίως για τα Layers of Fear (2016), Observer (2017), Blair Witch
(2019). Είναι ένα psychological horror τρίτου προσώπου σε αντίθεση με τα τρία παιχνίδια
που προανέφερα τα οποια είναι πρώτου προσώπου που κυκλοφόρησε ως Time exclusive για
Windows και Xbox Series X/S και αργότερα τον Σεπτέμβριο της ίδιας χρονιάς για
Playstation 5. Ένας τίτλος που προσωπικά περίμενα πολύ να παίξω.
Ακολουθούμε την Mariane, μια κοπέλα με ψυχικές ικανότητες, με τις οποίες βοηθάει
ψυχές να περάσουν στην απέναντι πλευρά. Ένα ορφανό κορίτσι το οποίο υιοθετείται από
έναν ιδιοκτήτη γραφείου τελετών. Η ιστορία διαδραματίζεται στην μετακομμουνιστική
Πολωνία στα τέλη της δεκαετίας του ‘90 και ξεκινάει με τον θάνατο του θετού της πατέρα και
ένα μυστηριώδες τηλεφώνημα το οποίο λαμβάνει και την οδηγεί σε ένα εγκαταλελειμμένο και
στοιχειωμένο Niwa resort στο οποίο έχουν γίνει τρομερά πράγματα. (το ξενοδοχείο στο
οποίο είναι βασισμένο είναι το εγκαταλελειμμένο ξενοδοχείο Cracovia στην Πολωνία,
χτιζόταν από το 1960 έως το 1965 και είχε 5 ορόφους, 309 δωμάτια , 9 σουίτες , καζίνο, εστιατόριο κτλ. και έκλεισε το 2011)

Εμείς καλούμασετε να ξετυλίξουμε το κουβάρι της ιστορίας σε μια περίεργη μετακίνηση της Marianne
ανάμεσα σε δύο κόσμους, τον πραγματικό και τον ψυχικό. Και αυτό πρέπει να το κάνουμε κυριολεκτικά παράλληλα.
Η οθόνη σε αρκετά σημεία του παιχνιδιού χωρίζεται στα δύο συνήθως οριζόντια
όπου κινούμαστε μέσα στον ίδιο τυπικά χώρο, αλλά σε μια εφιαλτική διάσταση,(
εμπνευσμένη από τον πολωνό δυστοπικό σουρεαλιστή ζωγράφο γλύπτη και φωτογράφο
Zdzisław Beksiński *βλ. και Scorn*) συνήθως του παρελθόντος, στοιχεία του οποίου πρέπει
να βρει η Marianne και να τα μεταφέρει στον πραγματικό κόσμο ώστε να προχωρήσει
παρακάτω.

Η κάμερα του παιχνιδιού θυμίζει πολύ Silent Hill και τα πρώτα Resident Evil, κάτι που
ίσως για μερικούς να είναι λίγο ενοχλητικό. Αυτό που, αν δεν κάνω λάθος, ονομάζεται Fixed
Camera η οποία σε κατευθύνει ακριβώς εκεί που πρέπει να κοιτάξεις και προφανώς βοηθάει
στην σκηνοθετική αφήγηση της ιστορίας αποτρέποντας τον παίκτη από τις άσκοπες
περιπλανήσεις, (δημιουργεί όμως ένα μικρό προβληματάκι προσανατολισμού μιας και ενώ
βλέπεις ότι πρέπει να πας για παράδειγμα προς τα δεξιά η σκηνή μπορεί να αλλάξει και να
πρέπει πλέον να πας ευθεία) αυτό όμως κάνει το παιχνίδι εντελώς γραμμικό χωρίς να
μπορείς να παρεκκλίνεις καθόλου, πόρτες κλειδωμένες, αόρατοι τοίχοι, οι οποίοι στον
εφιαλτικό ψυχικό κόσμο μπλοκάρονται από ανθρώπινα δέρματα τα οποια κόβεις με ένα
ξυράφι με έναν σχεδόν oddly satisfying ήχο ο οποίος καταλήγει σχεδόν να χάνεται από την
επαναληψιμότητα του.
(Αστείο είναι το γεγονός ότι σε όλη την διάρκεια του παιχνιδιού είχα το δεξί χέρι στο
ποντίκι προσπαθώντας ασυναίσθητα να γυρίσω την κάμερα εκεί που ήθελα).

Και κάπου μεταξύ εφιαλτικού ψυχικού κόσμου και πραγματικότητας εξελίσσεται μια ιστορία
με πολλές ακόμα παράλληλες πολύ πιο τρομακτικές και αποτρόπαιες από ότι μπορούσαμε
να σκεφτούμε στην αρχή.

Η Marianne είναι επεξηγηματικότατη και υπεραναλυτική, σχεδόν μόνη της μας δίνει
τα hints για το τι πρέπει να κάνουμε. Οι γρίφοι του παιχνιδιού είναι αρκετά απλοί και περιορίζονται στην μετακίνηση της Marianne ανάμεσα στους δυο κόσμους με
εύρεση αντικειμένων ώστε να μπει στην “θέση” του το κομμάτι που λείπει σε έναν από
τους δύο κόσμους για να μπορέσει να προχωρήσει στο επόμενο βήμα και στο να βρει τα
στοιχεία που θα της επιτρέψουν να ελευθερώσει τις παγιδευμένες ψυχές για να περάσουν
στην απέναντι όχθη. Στην πραγματικότητα είναι όλο το παιχνίδι ένα Quest με τα επιμέρους
Quests να συνδέονται άμεσα με την εξέλιξη του παιχνιδιού. Έχει και την ικανότητα του insight
που πολλές φορές έχει τον ρόλο του hint. Όταν πλησιάσεις το αντικείμενο που πρεπει να δεις
η να ακούσεις κάτι, εμφανίζει στην οθόνη το πλήκτρο που πρεπει να πατήσεις.
Η ατμόσφαιρα του παιχνιδιού όμως είναι εκπληκτική, η μουσική του το ίδιο, πως θα
μπορούσε άλλωστε να είναι αλλιώς αφού πίσω από την μουσική επένδυση βρίσκονται ο
Akira Yamaoka γνωστός από το soundtrack του Silent Hill και ο πολυβραβευμένος
συνθέτης Arkadiusz Reikowski με μουσικές συνθέσεις σε αρκετά γνωστά παιχνίδια.
Από τα voice overs ξεχώρισα αυτό του κακού της ιστορίας του Maw, όπου σκαλίζοντας λίγο
έμαθα πως ονομάζεται Troy Baker και ήταν επίσης και η φωνή του Joel στο The Last Of Us, του Higgs Monaghan στο Death Stranding και ψάχνοντας ακόμα παραπάνω ότι έχει δώσει την φωνή του σε πάρα μα πάρα πολλά παιχνίδια και την φωνή της Sadness, η οποια πάλι ψάχνοντας έμαθα ότι είναι η Angeli
Wall που δίνει την φωνή της στην Cereza του Bayonetta 3.

Άλλη μια οικεία φωνή ήταν και αυτή του Richard από τον voice actor William Roberts
που έδωσε την φωνή του και στον Vesemir στο The Witcher 3
(σε μερικά σημεία δεν ξέρω γιατί αλλά μου έφερε στο μυαλό τις φωνές από το Sanitarium).

Η αλήθεια είναι ότι μου αρέσει να επικεντρώνομαι κυρίως στα συναισθηματικά
κομμάτια ενός παιχνιδιού, αφήνοντας τα τεχνικά κομμάτια με τα fps, τα ray tracing και τους
λοιπούς όρους στους πιο ειδικούς!

Έτσι λοιπόν όσο εξελίσσεται η ιστορία αποκαλύπτονται ιστορίες που σου σφίγγουν το
στομάχι, μπουλιγκ σε ένα λίγο αλαφροΐσκιωτο παιδάκι, μια επιτυχημένη μπαλαρίνα των
μπαλέτων μπολσόι η οποια διαφαίνεται ότι δεν ακολουθεί τα δικά της όνειρα, παιδική
κακοποίηση, ένας τραγικός σύζυγος και πατέρας που προσπαθεί να γλιτωσει από τα δεινα
που προκαλει η “κατάσταση” του και αυτό έχει θεσει σε κινδυνο τα παιδια του, και κάπου στο
βαθος δυστυχισμένες ψυχες κακοποιημενες που οι ιδιες ζητάνε την πραγματική τους
λύτρωση, σε σημειο να παλεύεις με τα δικα σου συναισθηματα αν πρεπει να τους λυπηθείς
στην τελική ή όχι, χωρίς ποτέ να μπορείς να δικαιολογήσεις το κακό που προκάλεσαν τα δικα
τους ψυχικά τραύματα.

Όπως προείπα τεχνικά δεν θα σταθώ καθόλου, μόνο συναισθηματικά και στην εμπειρία που
αποκόμισα η ίδια, μιας και για τα frame drops δεν ξέρω αν ευθύνεται ο υπολογιστής μου και
η κάρτα γραφικών μου η κάτι από το παιχνίδι οπότε δεν θα το αναφέρουμε καν, διότι όταν η
οθόνη ήταν διπλή το πρόγραμμα που εχω για τα fps αν και εφόσον είναι ακριβές έδειχνε να
πέφτει μέχρι και στα 15 fps.
Ένα πράγμα που με ενόχλησε πολύ και το διαπίστωσα από την εισαγωγή ακόμα είναι το εξής: δεν
μπορείς να γυρίσεις ποτέ πίσω να ξαναψάξεις σε κάποια σημεία. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα
να χάσω το δωμάτιο της Marianne το οποιο είδα μετά από βίντεο άλλων, να χάσω κάποια σημαντικά
στοιχεία για την ίδια όπως τις πεταλούδες και την παρατήρηση που έστειλε το σχολείο στον
θετό της πατέρα, όπως και πως εμφανίζεις φωτογραφίες. Τα οποια όχι ότι έχουν καμία
σημασία στην έκβαση του παιχνιδιού, αλλά ήταν ενδιαφέρουσες θεωρώ λεπτομέρειες.

Θετικά :

● Οι επιμέρους ιστορίες που εκτυλίσσονται και κυριολεκτικά μου έσφιξαν πολλές φορές
την καρδιά.
● Οι δύο κόσμοι στους οποίους κινούμαστε παράλληλα (αν και καμία φορα
αδυνατούσα να συγκεντρωθώ και στους δυο ταυτόχρονα)
● Μουσική επένδυση και περιβάλλοντα ειδικά στον εφιαλτικό ψυχικό κόσμο (που
παράλληλα όμως λόγω του ειδους της κάμερας δεν είχα την ευκαιρία να το
εξερευνήσω όσο ήθελα)
● Η μουσική και η ερμηνεία τον voice overs και πραγματικά καθόλου δεν με
απασχόλησε το Lip-sinc σε σημείο που ούτε καν το παρατηρούσα, κυρίως με
απορροφούσε ο απόκοσμος κόσμος της άλλης πλευράς.
● Ωραία υλοποίηση του διπλού κόσμου.

Αρνητικά
● Αρκετά μεγάλο loading ειδικά στην αρχή
● Η fixed καμερα που σε αποτρέπει από το να εξερευνήσεις το περιβάλλον όσο ήθελες
με αποτέλεσμα να χάσεις μεγάλο μέρος των λεπτομεριών του παιχνιδιού
● Καμία ιδιαίτερη δυσκολία στους γρίφους
● Αφύσικη κίνηση της Marianne και ο Thomas είτε έτρεχε είτε περπατούσε ήταν σχεδον
το ιδιο πραγμα (αλλά ποσώς με απασχόλησε)
● Ανύπαρκτη μάχη και μια υποψία stealth
● Αν χάσεις κάτι δεν μπορείς να γυρίσεις πίσω να το πάρεις

Sad Vampiress

Θυμηθείτε εδώ το review μας για την έκδοση στο XBOX Series X

 Zf5b9R{D.